Την τέχνη του κυνηγιού με γεράκια, την έμαθαν οι Αρχαίοι Θράκες από τους Τρώες – Και ο Οδυσσέας κατά τον Όμηρο είχε εκπαιδευμένα αρπακτικά πουλιά
Διανύουμε την κυνηγετική περίοδο για το 2019–2020 και στα περάσματα του ορτυκιού, τρυγονιού, αγριοπερίστερου, της φάσσας, της πέρδικας, κ. α. , χιλιάδες κυνηγοί με τη συνοδεία σκύλου περιμένουν με το δάκτυλο στη σκανδάλη του όπλου. Ωστόσο το κυνήγι των πουλιών αυτών στην αρχαία Θράκη διεξαγόταν με άλλους τρόπους και άλλα μέσα, αφού, για παράδειγμα, αντί μονόκαννου ή δίκαννου όπλου οι θράκες κυνηγοί είχαν τα γεράκια, πράγμα που θυμίζει σύγχρονους Πακιστανούς κυνηγούς.
Η ορνιθοπανίδα του δέλτα Έβρου συμπληρωνόταν με το επιδημητικό γεράκι (ιέραξ). Ο Κλαύδιος Αιλιανός αναφέρεται στη θαυμαστή και μοναδική στην Ελληνική αρχαιότητα συνεργασία Θρακών και εξημερωμένων γερακιών στο κυνήγι των άγριων πουλιών, πράγμα που αποτελούσε για τους περαστικούς ένα περίεργο και ιεροπρεπές για την εποχή εκείνη θέαμα. Αν και οι λέξεις, «Ιέραξ», «Ιερό», είναι ετυμολογικά συγγενείς, εντούτοις παραμένει ακόμη άγνωστο αν η ιερακοτροφία αυτή ήταν συνδεδεμένη με τη θρησκεία και γινόταν στα πλαίσια της λατρείας κάποιου θεού, π. χ. του Απόλλωνα, ποια ήταν η τροφή των εκπαιδευόμενων γερακιών, ποιοι ήταν οι εκπαιδευτές τους, π. χ. οι οπαδοί κάποιου θεού, ποιος ο τόπος εκπαίδευσής τους, π. χ. κάποιο Ιερό άλσος. Όμως είναι γνωστό ότι τα γεράκια ήταν οι πιο μεγάλοι φίλοι των κυνηγών, στο μέγεθος ήταν τόσο μεγάλα, όσο οι αετοί και ήταν εξίσου με τους αετούς πάρα πολύ ικανά στο κυνήγι άγριων πουλιών. Στους βάλτους της περιμετρικής ζώνης του δέλτα και στις παρόχθιες περιοχές του ποταμού, επίσης στα εκτεταμένα έλη και σε όλες τις λίμνες γλυκού νερού του δέλτα, από τις οποίες μεγαλύτερη ήταν η Στεντορίδα, τέλος στις λιμνοθάλασσες διαβιούσαν αμέτρητες και ποικίλες αγέλες πτηνών, όπως εδαφόβια, παρυδάτια, ελόβια και υδρόβια. Αυτός ήταν ένας παράγοντας του πολύ μεγάλου τότε πληθυσμού των γερακιών μεταξύ πολλών άλλων, όπως η διαφορετική συμπεριφορά των ανθρώπων απέναντι στη φύση, το διαφορετικό κυνήγι και η πολύ μικρότερη μόλυνση του φυσικού περιβάλλοντος του Έβρου και αλλοίωση του τοπίου.
Πράγματι τα γεράκια συνεργαζόμενα μαζί με τους κυνηγούς κυνηγούσαν τα άγρια πουλιά, σύμφωνα με μια αρχέγονη, ιδιαίτερα προσφιλή και συνηθισμένη δραστηριότητα των θρακών κυνηγών. Τέτοιο «θαυμάσιο άκουσμα» τον 4ο αι. π. Χ. παραθέτει ο Αριστοτέλης και για τα θρακόπουλα της Αμφίπολης. Αυτά με την έξοδό τους από την πόλη και τα γύρω χωριά για το καθιερωμένο κυνήγι των άγριων πουλιών στα έλη του Στρυμόνα και της λίμνης Κερκίνης «παρελάμβαναν» μαζί τους και τα γεράκια που κούρνιαζαν στους γύρω βράχους· δηλαδή καλούσαν ονομαστικά τα γεράκια που άκουγαν τη γνώριμη φωνή των παιδιών και προσέρχονταν για την επίθεση στα πτηνά. Τα αρπακτικά άκουγαν το όνομά τους ή αντιλαμβάνονταν το σφύριγμα ως κλητική προσφώνηση, ανταποκρίνονταν στο «διάλογο» και ανέπτυσσαν συμπεριφορά οικόσιτου ζώου. Και ο τρόπος διεξαγωγής της θήρας ήταν ο εξής: οι κυνηγοί, αφού άπλωναν τα κυνηγετικά δίχτυα τους, κάθονταν ακίνητοι και κρυμμένοι μέσα στους καλαμώνες, τη θαμνώδη βλάστηση και τα σπαρτά, π. χ. σιταροχώραφα, γύρω από τον υγροβιότοπο, τα δε γεράκια πετώντας χαμηλά και απειλητικά πάνω από τη βλάστηση αυτή, φόβιζαν τα πουλιά και αναγκάζοντάς τα να μετακινηθούν τα οδηγούσαν μέσα στον κύκλο των διχτυών, όπου εγκλωβίζονταν και έτσι εύκολα συλλαμβάνονταν. Σύμφωνα με άλλο τρόπο οι κυνηγοί κρατώντας βέργες χτυπούσαν τα καλάμια, τα χαμόκλαδα και τους θάμνους εξαναγκάζοντας τα υποψήφια θηράματα να πετάξουν και έπειτα τα γεράκια αναλαμβάνοντας δράση εμφανίζονταν από πάνω τους και τα καταδίωκαν. Aπό το φόβο τους τα πουλιά πετούσαν πάλι προς τη γη και τότε οι κυνηγοί τα χτυπούσαν με τις βέργες και τα συνελάμβαναν. Από τα θηράματα οι κυνηγοί παραχωρούσαν μια μερίδα στα γεράκια εν είδει αμοιβής και μ’ αυτόν τον τρόπο διέθεταν σταθερούς και έμπιστους φίλους. Ήταν ένα κυνήγι δύσκολο το οποίο αναδείκνυε τα γεράκια σε αναντικατάστατους συμμάχους των κυνηγών και έδειχνε ταυτόχρονα την εκπαίδευση των τελευταίων στην τέχνη του ιερακοτρόφου ή ιερακοβοσκού, δηλαδή του γερακάρη, και τη βαθύτατη σχέση και γνώση της συμπεριφοράς των γερακιών από τους ντόπιους κατοίκους. Παράλληλα αυτό προβάλλει και την αυξημένη θηρευτική χρήση του υγροβιότοπου. Πέραν τούτων, διερωτάται κανείς, σε ποιο είδος ανήκαν αυτά τα ικανότατα θηρευτικά γεράκια;
Ο Αριστοτέλης και ο Αιλιανός παραθέτουν μεν διάφορα είδη γερακιού, όμως είναι δύσκολη η αναγνώριση όλων αυτών: ελειός ή λείος (από τη λέξη έλος, ίσως ο βαλτόκιρκος ή λιμνογέρακο, επιστημονικά Circus cyaneus), φασσοφόνος (ο καταδιώκων τις φάσσες), αισάλων (ο πετρίτης, κοινώς τσιχλογέρακο, είχε το μέγεθος τσίχλας και ήταν αποδημητικό), αστερίας (έλαβε το όνομά του από τις αστεροειδείς κηλίδες του φτερώματός του), κέγχρις ή κεχρηίς (έλαβε το όνομά του από τη βραχνή φωνή του), τριόρχης (κοινώς βαμβακίνα), φαβοτύπος (κοινώς περιστεροφάγος), πέρκος, πέρνης, πτέρνις, σπιζίας, ορείτης και φρυνολόγος. Όσοι αρχαίοι Έλληνες και Λατίνοι συγγραφείς ασχολήθηκαν με θέματα αφορώντα στην ορνιθοπανίδα των δέλτα είναι εκφραστές κοινής διαπίστωσης, της ύπαρξης πολλών ειδών γερακιών: πρώτο, τα πολύ αργά και οκνηρά στην πτήση με αποτέλεσμα είτε να τρέφονται από άλλα γεράκια είτε να επιτίθενται μόνο στα βατράχια∙ δεύτερο, όσα γεράκια κυνηγούσαν μικρά πουλιά, όπως ο κορυδαλλός και τα χελιδόνια, πράγμα που σημαίνει ότι πιθανότατα πρόκειται για τα σημερινά γεράκια κορυδαλλοφάγους, άλλως ξεφτέρια∙ τρίτο, όσα ήταν ταχύτατα στο κυνήγι του περιστεριού και της φάσσας· τέταρτο, όσα συνεργάζονταν με τους κυνηγούς και εκφοβίζοντας τα πουλιά συνέβαλλαν στη σύλληψή τους. Τα προαναφερθέντα ικανότατα θηρευτικά γεράκια ανήκαν είτε σε διάφορα είδη γερακιών χαμηλών πτήσεων που έδειχναν μεγάλη ευστροφία στη σύλληψη πουλιών είτε πιθανότατα σ’ ένα από τα είδη του πετρίτη (κυνηγογέρακας, ασπρογέρακας, χρυσογέρακας, νανογέρακας) που αποτελεσματικά κυνηγούσαν εδαφόβια και υδρόβια πουλιά.
Το κυνήγι με τα περιζήτητα, όπως φαίνεται, γεράκια ήταν μάλλον δραστηριότητα των πλουσίων θρακών και Ευγενών που προμηθεύονταν τους νεοσσούς ή τα μικρά γεράκια από φτωχούς χωρικούς έναντι αγνώστου τιμήματος. Προφανώς ήταν απόλυτα επιτρεπτή η προμήθεια, κατοχή, εκτροφή και εκπαίδευση γερακιών. Σύμφωνα με τις πηγές οι κανόνες εκπαίδευσης ενός τέτοιου γερακιού προκειμένου να κυνηγάει για λογαριασμό κάποιου Ευγενή ήταν απλοί, απαιτούσαν όμως γνώσεις, υπομονή και μια δόση διαίσθησης. Έτσι την εκτροφή και εκγύμναση αναλάμβαναν «ειδικοί» στην Αυλή των θρακών βασιλέων και των Ευγενών οι οποίοι μάλιστα τιμούσαν αυτούς ιδιαίτερα λόγω της ανάγκης τους για τα γεράκια, «Σύμβολο των Ευγενών», και του υπαρκτού βέβαια μεταξύ τους συναγωνισμού.
Ολοκληρώνοντας θα έλεγα ότι είναι επιβεβαιωμένο ότι την τέχνη της ιερακοθηρίας οι Θράκες τη διδάχτηκαν από τους λαούς της Ασίας από τους οποίους μερικοί τη συνεχίζουν ακόμη και σήμερα. Oι Θράκες από παλιά είχαν καλές σχέσεις με τα πουλιά. Έμαθαν δε πολλά σχετικά με την ιερακοθηρία από τους Tρώες κατά τον Tρωικό πόλεμο, σύμφωνα πάντα με τους στίχους της Oδύσσειας, κατά τους οποίους ο Oδυσσέας εκτός από τα λάφυρα που πήρε στη διάρκεια του πολέμου, είχε μαζί του και αρπακτικά πουλιά εκπαιδευμένα για την πρακτική του κυνηγιού με γεράκια. Επίσης την τεχνική αυτή την εξασκούσαν οι Aσσύριοι από την εποχή ακόμη του Aσσουρμπανιμπάλ.
{Πηγή δημοσίευσης: https://elthraki. gr/, του Ιωάννη Ζαμπούκη, Φιλόλογου, 19/10/2019}